Κατηγορία: Παραγωγή, έλεγχοι ποιότητας και κατασκευές από σκυρόδεμα
Θέματα τεχνολογίας σκυροδέματος
Κατάλογος άρθρων
Για ποιους λόγους η δειγματοληψία νωπού σκυροδέματος στο έργο δείχνει χαμηλές αντοχές;
Η αξιοπιστία της αντοχής σε θλίψη του σκυροδέματος που προκύπτει από την λήψη δοκιμίων νωπού σκυροδέματος και την θραύση τους στην συνέχεια εξαρτάται από την ακόλουθη σειρά βασικών απαιτήσεων: Η λήψη των δοκιμίων πρέπει να γίνεται «συμβατικά», δηλ. σύμφωνα με τον ΚΤΣ-97. Η δειγματοληψία πρέπει να γίνεται με (6) δοκίμια από (6) διαφορετικές βαρέλες, και […]
Ποιες είναι οι συνέπειες της ταχείας εξάτμησης του νερού από το φρεσκοδιαστρωμένο σκυρόδεμα;
Η πιο συχνή αιτία ρηγμάτωσης του σκυροδέματος είναι η κακή συντήρηση (bad curing), όταν δηλαδή δεν λαμβάνονται μέτρα όσο είναι φρεσκο-διαστρωμένο σκυρόδεμα, ώστε να προστατευθεί από την εξάτμιση του νερού. Τέτοια μέτρα είναι: Η εφαρμογή μεμβράνης συντήρησης με ψεκασμό (curing membrane). Είτε, καλύτερα, η επικάλυψη της επιφανείας με υγρές λινάτσες (wet hessian burlap), που, εκτός […]
Πώς επηρεάζουν τα αντικολλητικά ξυλοτύπου την τελική επιφάνεια του σκυροδέματος;
Τα αντικολλητικά λειτουργούν ως “λιπαντικά” μεταξύ του ξυλοτύπου (καλουπιού) και του σκυροδέματος.
Με την ορθή εφαρμογή του αντικολλητικού μέσου επιτυγχάνονται γενικώς σκυροδετήσεις χωρίς εμφανείς επιφανειακούς πόρους και φωλιές (προς τούτο βέβαια δεν αρκεί μόνον το αντικολλητικό)
Ωστόσο σε περιπτώσεις υπερδοσολογίας το αντικολλητικό μπορεί να δημιουργήσει “κρεμάσματα”, και “λιμνιάσματα”, ιδιαίτερα στα χαμηλότερα σημεία του ξυλοτύπου. Κατά την σκυροδέτηση οι συγκεντρώσεις αυτές του υλικού εμποδίζουν το σκυρόδεμα να έλθει σε πλήρη επαφή με τον ξυλότυπο, πράγμα που οδηγεί στην δημιουργία φωλεών στην τελική επιφάνεια.
Με την δόνηση επιτείνεται το πρόβλημα, δοθέντος ότι μεγαλύτερες ποσότητες πλεονάζοντος αντικολλητικού οδηγούνται προς τα χαμηλότερα σημεία του ξυλοτύπου. Τα διάκενα αυτά στην επιφάνεια είναι συνήθως ημισφαιρικής μορφής με διάμετρο περί τα 3 mm.
Ποιοί είναι οι βασικοί κανόνες για την σύνθεση του σκυροδέματος;
1. Επιπτώσεις της υψηλής περιεκτικότητας τσιμέντου στο μίγμα Συνθέσεις με υψηλή αναλογια τσιμέντου και μικρή αναλογία αδρανών έχουν ως αποτέλεσμα πολύ συνεκτικά (κολλώδη) μίγματα. Η αύξηση της αναλογίας του τσιμέντου οδηγεί σε αύξηση του κόστους του μίγματος. Επιπροσθετα το “πολύ τσιμέντο” αυξάνει τις ρηγματώσεις λόγω συστολής ξήρανσης στο σκληρυμένο σκυρόδεμα. Η αναλογία τσιμέντου – αδρανών […]
Ποιά είναι η σημασία της αντοχής των αδρανών του σκυροδέματος σε αλκαλοπυριτικές αντιδράσεις;
Τα αμμοχάλικα που περιέχουν διοξείδιο του πυριτίου σε δραστική μορφή δεν είναι αδρανή στο περιβάλλον υψηλού pH του σκυροδέματος, και αντιδρούν με το υδροξείδιο του νατρίου και του καλίου που περιέχεται στο διάλυμα της πάστας του τσιμέντου. Αποτέλεσμα αυτής της αντίδρασης είναι η παραγωγή κολλοειδούς γέλης από πυριτικά αλκάλια γνωστής σαν αλκαλοπυριτικής γέλης (silica gel). H γέλη αυτή είναι δυνατόν λόγω διόγκωσης να οδηγήσει σε ρηγμάτωση των αμμοχαλίκων και κατ’ επέκταση του σκυροδέματος.
Ο σχετικός έλεγχος επιβάλλεται κυρίως για τα φυσικά αμμοχάλικα που προέρχονται από ποτάμιες ή παράλιες αποθέσεις ή/και άλλα υλικά τα οποία πιθανόν περιέχουν άμορφο διοξείδιο του πυριτίου (λ.χ. γρανιτικά πετρώματα).
Το πρότυπο ΕΛΟΤ ΕΝ 12620 κάνει αναφορά στην Αντοχή σε αλκαλοπυριτικές αντιδράσεις (Durability against alkali- silica reactivity) στο Παράρτημα G “Χημική μέθοδος ανάλυσης για δυνητική δραστικότητα”.
Προς το παρόν δεν υπάρχει Ευρωπαϊκό Πρότυπο για το συγκεκριμένο έλεγχο και δίνεται η δυνατότητα στα Κράτη Μέλη να επιλέγουν τη μέθοδο δοκιμής. Γενικώς η δοκιμή εκτελείται σύμφωνα με το Αμερικανικό Πρότυπο ASTM C289. Η μέθοδος ανάλυσης στηρίζεται στη σχέση μεταξύ της διαλυτότητας του διοξειδίου του πυριτίου και της ελάττωσης της αλκαλικότητας όταν 25g αμμοχάλικου κατάλληλα διαβαθμισμένου εμβαπτίζονται σε διάλυμα υδροξειδίου του νατρίου (NaOH, 1N) σε 80°C για 24 ώρες.
Οι μη καταστρεπτικοί έλεγχοι είναι αποδεκτοί ως συμβατική τεχνική για τη δοκιμασία του σκυροδέματος;
Αυτές οι δοκιμές αποτελούν απλά μέσα για την προσέγγιση της αντοχής του σκυροδέματος σε μια κατασκευή. Χρησιμοποιούνται κυρίως για τον συσχετισμό και τη σύγκριση των αντοχών μεταξύ διαφορετικών θέσεων ή διαφορετικών μελών του έργου. Καμμία από τις δοκιμές αυτές δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη λήψη πυρήνων (καρώτων0. Ο συνδυασμός εμμέσου ελέγχου και πυρήνα χρησιμοποιείται συνήθως για τη βαθμονόμηση του οργάνου με το οποίο γίνεται ο μη καταστρεπτικός έλεγχος.
Ποια είναι τα κύρια σημεία προσοχής για την αποφυγή της απομίξεως;
Η απόμιξη γίνεται συνήθως στα σημεία στα οποία το σκυρόδεμα μεταφέρεται από μια συσκευή σε μια άλλη, όπως από τη αναμικτήρα στον υποδοχέα, από τον υποδοχέα σε κάδους, ιμάντες ή σωλήνες, και από αυτά στην τελική θέση αποθέσεως. Θεωρείται ότι η κατακόρυφη ροή (αλλά όχι η πτώση από κάποιο ύψος) είναι περισσότερο αποτρεπτική για απόμιξη από την υπό γωνίαν.
Μπορεί η ποιότητα του σκυροδέματος που δεν συντηρήθηκε σωστά στη νεαρή του ηλικία να αποκατασταθεί με μεταγενέστερη υγρή συντήρηση;
Ναι, σε κάποιο βαθμό, αλλά με κάποια (όχι αμελητέα) απώλεια αντοχής. Η πιο αποδοτική περίοδος συντηρήσεως είναι οι πρώτες μέρες, ή και οι πρώτες ώρες, από της διαστρώσεως. Η μεταγενέστερη υγρή συντήρηση, ύστερα από μια αρχική περίοδο ξηρασίας, θα προσθέσει αντοχή, αλλά δεν θα φτάσει ποτέ την τελική αντοχή που θα επιτυγχανόταν με σωστή συντήρηση εξ αρχής. Εκτός από αυτό, δεν θα αποφευχθεί η πιθανότητα ρηγματώσεως, λόγω της συστολής που οφείλεται στην αρχική ξήρανση.
Χρειάζομαι να δώσω οδηγίες για την διάμετρο τυμπάνου που απαιτείται για την δημιουργία συνδετήρων υποστυλώματος διαμ. Φ10.
Πλήρης ερώτηση:
Χρειάζομαι να δώσω οδηγίες για την διάμετρο τυμπάνου που απαιτείται για την δημιουργία συνδετήρων υποστυλώματος διαμ. Φ10. Στον ΕΚΩΣ 2000 αναφέρεται (Κεφ. 17 πιν 17.1) οτι για τα άγκιστρα αυτή θα είναι 4Φ αλλά δεν υπάρχει αναφορά για τις υπόλοιπες γωνίες του συνδετήρα. Άν ακολουθήσω την οδηγία για την κάμψη άλλων σημείων λόγω επικάλυψης (3,5 cm) και διατομής του υποστυλώματος 35 Χ 35 cm το 20Φ οδηγεί σε αδιέξοδο. Υπάρχει κάτι που μου διαφεύγει ή να αφήσω τον σιδερά να ενεργήσει κατά το δοκούν;
Απάντηση:
Κατά τη γνώμη μου, οι πείροι κάμψεως των γωνιών του συνδετήρα μπορούν να έχουν, και αυτοί, διάμετρο 4Φ, όπως ο γάντζος – θα ήταν παράλογο, για κάμψη της βέργας κατά 90° να χρειάζεται μεγαλύτερη διάμετρος από αυτή που χρειάζεται για κάμψη 135°.
Εξ άλλου η διάμετρος τυμπάνου 20Φ απαιτείται, κυρίως, για να μην υπερβληθεί η αντοχή του σκυροδέματος σε σύνθλιψη της άντυγας, ένας κίνδυνος που, στη γωνία του συνδετήρα, εμφανίζεται εξαιρετικά μειωμένος, δεδομένου ότι αυτή τη δύναμη την παραλαμβάνει και την κατανέμει ο διαμήκης οπλισμός του στύλου.
Κατά τη συμπύκνωση, πώς μπορώ να διαπιστώσω ότι η χρησιμοποίηση του δονητή γίνεται σωστά και ότι η δόνηση είναι επαρκής; Ποιες είναι οι ενδείξεις, τι πρέπει να προσέξω; Ποιες υποδείξεις πρέπει να κάνω στον χειριστή, ιδίως στον άπειρο;
Η συνοπτική απάντηση που ακολουθεί αφορά στους χρησιμοποιούμενους στην καθημερινή πράξη δονητές μάζης ή εσωτερικούς ή εμβαπτιζόμενους. Εκτενέστερο κείμενο για τη συμπύκνωση με δονητές μάζης – επιφανείας – ξυλοτύπου έχει αναρτηθεί στην στην ιστοσελίδα www.e-archimedes.gr. με τίτλο “Η συμπύκνωση του σκυροδέματος“.
Η συμπύκνωση έχει σκοπό την απομάκρυνση του εγκλωβισμένου αέρα και την τακτοποίηση των κόκκων των αδρανών και του τσιμέντου σε πυκνότερη διάταξη και συνεκτικώτερο ιστό, πράγμα που συνεπάγεται αύξηση της αντοχής, μείωση του πορώδους και της διαπερατότητας, και βελτίωση της ανθεκτικότητας του σκυροδέματος. Την ενέργεια που απαιτείται για την απομάκρυνση του αέρα και την πυκνότερη διάταξη των κόκκων προσδίδει ο δονητής.
Για να είναι (κατά το εφικτόν) ομοιόμορφα κατανεμημένη η παρεχόμενη ενέργεια (και η συμπύκνωση) πρέπει η απόσταση μεταξύ των σημείων εμβαπτίσεως του δονητή να είναι ίση με μιάμιση φορά την ακτίνα ενεργείας του δονητή (1,5 R), σύμφωνα και με τις οδηγίες του ΚΤΣ-97 παργρ. 9.3. Για να είναι επαρκής αυτή η ενέργεια πρέπει να είναι επαρκής και ο χρόνος δονήσεως σε κάθε θέση. Στη βιβλιογραφία υπάρχουν διάφορες υποδείξεις για την εκτίμηση της ακτίνας ενεργείας και του ενδεδειγμένου χρόνου.
Τόσο η ακτίνα ενεργείας, όσο και ο απαιτούμενος χρόνος δονήσεως είναι συνάρτηση (μεταξύ άλλων) της ισχύος και της συχνότητας του δονητή, της εργασιμότητας του σκυροδέματος, της μορφής και των διαστάσεων του συμπυκνουμένου στοιχείου, της πυκνότητας των οπλισμών, του μεγέθους των αδρανών κ.α.
Γενικώς, πάντως, για κάθε συνδυασμό των ως άνω παραγόντων επιρροής, η συμπύκνωση θεωρείται επαρκής όταν, στην επιφάνεια του σκυροδέματος στη θέση λειτουργίας του δονητή, σταματήσουν να ανέρχονται μεγάλες ή πυκνές φυσαλίδες αέρος και σχηματισθεί μία υδαρής, γυαλιστερή στρώση, κάτι σαν το καϊμάκι στην επιφάνεια του γάλακτος. Το μέγεθος αυτής της στρώσεως δίνει και κάποια εικόνα για την ακτίνα ενεργείας του δονητή και οδηγεί για τη θέση της επομένης εμβαπτίσεως – οι επιφάνειες πρέπει να έχουν υπερκάλυψη.
Ο έμπειρος χειριστής μπορεί να “αναγνωρίσει” την επαρκή συμπύκνωση και από τον θόρυβο του δονητή, ή ακόμη από την διαφοροποίηση της ταλαντώσεως στο χέρι του.
Η σωστή χρήση του δονητή συνίσταται στην κατακόρυφη, ταχεία βύθισή του στο σκυρόδεμα, χωρίς την πίεση από τον χειριστή, με την επενέργεια μόνο του βάρους του, με βύθισή του από 5 ως 15 cm στη υποκείμενη (τυχόν υπάρχουσα) στρώση, τη διατήρησή του βυθισμένου για 5 sec τουλάχιστον (ίσως μέχρι 25), και την σχετικώς βραδεία ανάσυρσή του (ίσως και με πάνω – κάτω κίνηση), χωρίς διακοπή της λειτουργίας του, ώστε να μη μένει “τρύπα” στην θέση εξαγωγής του.
Παρά ταύτα, κατά τη συμπύκνωση λεπτών πλακών, είναι σύνηθες να “ξαπλώνεται” ο δονητής εντός του σκυροδέματος που διαστρώνεται, καθόσον δεν είναι πρακτική η κατακόρυφη βύθιση στο πάχος των 15 ή 12 cm (ή ακόμα λιγώτερο), ούτε είναι εφικτός ο προσδιορισμός της ακτίνας ενεργείας. Ένα μεγάλο μέρος της ενεργείας του δονητή, χάνεται τότε στη δημιουργία κυματισμών, αλλά αυτό ίσως είναι αναπόφευκτο. Ο εσωτερικός δονητής δεν είναι ο περισσότερο ενδεικνυόμενος για τις λεπτές πλάκες.